Τον περασμένο Μάρτιο, μία ομάδα αστρονόμων του κέντρου αστρονομίας του πανεπιστημίου του Χάρβαρντ είχε δημοσίως ανακοινώσει πως ανίχνευσε ίχνη από την ύπαρξη βαρυτικών κυμάτων στην ακτινοβολία υποβάθρου (τον απόηχο της Μεγάλης Έκρηξης που γέννησε το Σύμπαν).
Λίγους μήνες αργότερα είχαν υπάρξει οι πρώτες αμφιβολίες για το κατά πόσο οι ερευνητές του BICEP2 είχαν λάβει υπόψη τους την παραμόρφωση στην οποία υποβλήθηκε η ακτινοβολία υποβάθρου καθώς διέσχιζε το Σύμπαν, μέσω της αλληλεπίδρασής της με τη διαγαλαξιακή σκόνη.
Καθώς οι φωνές αυτές εντείνονταν, η προσοχή στράφηκε στην αναμενόμενη έκδοση των αποτελεσμάτων του ευρωπαϊκού διαστημικού τηλεσκοπίου Πλανκ, το οποίο μελέτησε την ακτινοβολία υποβάθρου με ασύγκριτη λεπτομέρεια.
Η έρευνα που δημοσιεύτηκε σήμερα περιέχει τα προκαταρκτικά δεδομένα από το Πλανκ και δείχνει πως όντως η συγκέντρωση σκόνης στην περιοχή του ουρανού που μελέτησε το BICEP2 είναι σαφώς πιο αυξημένη από αυτή που έλαβε υπόψη του το πείραμα όταν ανακοίνωσε την ανακάλυψη. Σύμφωνα λοιπόν με τους ειδικούς του Πλανκ, φαίνεται πως αυτά που είδε το BICEP2 οφείλονταν στην παρουσία της σκόνης, χωρίς όμως να αποκλείεται το ενδεχόμενο ύπαρξης βαρυτικών κυμάτων μικρότερης έντασης στην ακτινοβολία υποβάθρου.
Πλέον όλο το ενδιαφέρον στρέφεται στην περαιτέρω μελέτη των δεδομένων του Πλανκ και στην αντιπαραβολή των αποτελεσμάτων με τα ευρήματα από το BICEP2 προκειμένου να δοθούν τελικές απαντήσεις. Φαίνεται πάντως πως το Πλανκ θα είναι σε θέση να απαντήσει καταφατικά ή αρνητικά στο ερώτημα της ύπαρξης βαρυτικών κυμάτων στην ακτινοβολία υποβάθρου λαμβάνοντας σωστά υπόψη του την επιρροή της διαγαλαξιακής σκόνης, θα χρειαστεί όμως να περιμένουμε τουλάχιστον έως το Νοέμβριο.
Πηγή: http://www.naftemporiki.gr