Τα περισσότερα ζώα παράγουν ήχους με έμφυτο και όχι επίκτητο τρόπο, όμως υπάρχουν και εξαιρέσεις. Μια από αυτές είναι η όρκα (Orcinus orca) , που αναφέρεται κοινώς (και μάλλον δυσφημιστικά) και ως φάλαινα δολοφόνος.
Οι όρκες λοιπόν μιλούν “διαλέκτους” διαφορετικές από αυτές άλλων μελών του είδους τους. Παράγουν δηλαδή ένα περίπλοκο φωνητικό εύρος που αποτελείται από σφυρίγματα, γλωσσικούς ήχους «κλικ» και παλμικά καλέσματα, τα οποία είναι επαναλαμβανόμενοι σύντομοι ήχοι εναλλασσόμενοι με διαστήματα σιωπής για απόδοση έμφασης.
Μάλιστα, τα ακουστικά χαρακτηριστικά της φωνητικής επικοινωνίας, όπως η διάρκεια και ο τόνος, διαφέρουν ανάμεσα σε διαφορετικές κοινωνικές ομάδες ορκών. Για να το περιγράψουν οι επιστήμονες κάνουν την παρομοίωση της διαφορετικότητας ανάμεσα στα ρώσικα και τα ελληνικά.
Οι όρκες που ζουν μαζί χρησιμοποιούν ξεχωριστά φωνητικά χαρακτηριστικά, σαν τη δική τους διάλεκτο, γεγονός που αποτελεί ένδειξη ικανότητας φωνητικής μάθησης, όμως οι επιστήμονες χρειάζονταν πειραματική επαλήθευση.
Η έρευνα έλαβε χώρα στο Ερευνητικό Ινστιτούτο Hubbs στο Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνια, όπου οι επιστήμονες παρατήρησαν πως οι όρκες άρχισαν να επικοινωνούν φωνητικά με δελφίνια μετά από κάποιο χρονικό διάστημα στον ίδιο χώρο.
Τα δελφίνια αποτελούν ιδανικό είδος για σύγκριση, καθώς γενικά παράγουν παρόμοιους ήχους, αν και βασίζονται περισσότερο σε σφυρίγματα και γλωσσικούς ήχους σε σχέση με τις φάλαινες που προτιμούν τα παλμικά καλέσματα.
Συγκρίνοντας παλαιότερες ηχογραφήσεις από ομάδες ορκών και δελφινιών στον ίδιο χώρο αλλά και μόνες τους, η ερευνητική ομάδα κατάφερε να προσδιορίσει το βαθμό στον οποίο οι όρκες έμαθαν ηχητικά καλέσματα από τα δελφίνια.
Σύμφωνα με την Ανν Μπόουλς, επικεφαλής της έρευνας, οι τρεις όρκες που πέρασαν αρκετά χρόνια με δελφίνια είχαν μεταβάλλει τις επιλογές των ήχων που παράγουν ώστε να ταιριάζουν περισσότερο με τη διανομή που χρησιμοποιούν περισσότερο τα δελφίνια, δηλαδή περισσότερα σφυρίγματα και γλωσσικοί ήχοι έναντι παλμικών καλεσμάτων.
Οι ερευνητές παρατήρησαν επίσης πως οι φάλαινες ήταν ικανές να μάθουν εντελώς νέους ήχους, όπως αυτούς που μάθαιναν στα δελφίνια οι εκπαιδευτές τους.
Η ικανότητα φωνητικής μάθησης δε σημαίνει απαραίτητα πως οι όρκες χρησιμοποιούν τη γλώσσα όπως οι άνθρωποι, ωστόσο αποτελεί ένδειξη υψηλού επιπέδου νευρικής πλαστικότητας, δηλαδή της ικανότητας του εγκεφάλου να ενσωματώσει νέες πληροφορίες, δήλωσε η Μπόουλς.
Το θέμα είναι ότι η μελέτη διενεργήθηκε υπό προβληματικές συνθήκες που θέτουν σε αμφισβήτηση τα αποτελέσματά της, καθώς φάλαινες και δελφίνια βρίσκονταν σε αιχμαλωσία.
Οι όρκες αποδεδειγμένα υποφέρουν όταν βρίσκονται αιχμάλωτες σε μικρές δεξαμενές και σύμφωνα με έρευνα της ΜΚΟ The Dodo ζουν τέσσερεις φορές λιγότερο από τα μέλη του είδους τους που ζουν ελεύθερα στο φυσικό τους περιβάλλον
Παρότι λοιπόν η έρευνα προσθέτει σημαντικά στοιχεία στο σώμα της γνώσης γύρω από τα θαυμαστά και μυστηριώδη πλάσματα το ερώτημα παραμένει και είναι αμείλικτο: έχουμε το δικαίωμα να διενεργούμε πειράματα σε αυτά τα ζώα υπό αυτές τις συνθήκες;
Η απάντησή μας είναι όχι.
Οι όρκες λοιπόν μιλούν “διαλέκτους” διαφορετικές από αυτές άλλων μελών του είδους τους. Παράγουν δηλαδή ένα περίπλοκο φωνητικό εύρος που αποτελείται από σφυρίγματα, γλωσσικούς ήχους «κλικ» και παλμικά καλέσματα, τα οποία είναι επαναλαμβανόμενοι σύντομοι ήχοι εναλλασσόμενοι με διαστήματα σιωπής για απόδοση έμφασης.
Μάλιστα, τα ακουστικά χαρακτηριστικά της φωνητικής επικοινωνίας, όπως η διάρκεια και ο τόνος, διαφέρουν ανάμεσα σε διαφορετικές κοινωνικές ομάδες ορκών. Για να το περιγράψουν οι επιστήμονες κάνουν την παρομοίωση της διαφορετικότητας ανάμεσα στα ρώσικα και τα ελληνικά.
Οι όρκες που ζουν μαζί χρησιμοποιούν ξεχωριστά φωνητικά χαρακτηριστικά, σαν τη δική τους διάλεκτο, γεγονός που αποτελεί ένδειξη ικανότητας φωνητικής μάθησης, όμως οι επιστήμονες χρειάζονταν πειραματική επαλήθευση.
Η έρευνα έλαβε χώρα στο Ερευνητικό Ινστιτούτο Hubbs στο Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνια, όπου οι επιστήμονες παρατήρησαν πως οι όρκες άρχισαν να επικοινωνούν φωνητικά με δελφίνια μετά από κάποιο χρονικό διάστημα στον ίδιο χώρο.
Τα δελφίνια αποτελούν ιδανικό είδος για σύγκριση, καθώς γενικά παράγουν παρόμοιους ήχους, αν και βασίζονται περισσότερο σε σφυρίγματα και γλωσσικούς ήχους σε σχέση με τις φάλαινες που προτιμούν τα παλμικά καλέσματα.
Συγκρίνοντας παλαιότερες ηχογραφήσεις από ομάδες ορκών και δελφινιών στον ίδιο χώρο αλλά και μόνες τους, η ερευνητική ομάδα κατάφερε να προσδιορίσει το βαθμό στον οποίο οι όρκες έμαθαν ηχητικά καλέσματα από τα δελφίνια.
Σύμφωνα με την Ανν Μπόουλς, επικεφαλής της έρευνας, οι τρεις όρκες που πέρασαν αρκετά χρόνια με δελφίνια είχαν μεταβάλλει τις επιλογές των ήχων που παράγουν ώστε να ταιριάζουν περισσότερο με τη διανομή που χρησιμοποιούν περισσότερο τα δελφίνια, δηλαδή περισσότερα σφυρίγματα και γλωσσικοί ήχοι έναντι παλμικών καλεσμάτων.
Οι ερευνητές παρατήρησαν επίσης πως οι φάλαινες ήταν ικανές να μάθουν εντελώς νέους ήχους, όπως αυτούς που μάθαιναν στα δελφίνια οι εκπαιδευτές τους.
Η ικανότητα φωνητικής μάθησης δε σημαίνει απαραίτητα πως οι όρκες χρησιμοποιούν τη γλώσσα όπως οι άνθρωποι, ωστόσο αποτελεί ένδειξη υψηλού επιπέδου νευρικής πλαστικότητας, δηλαδή της ικανότητας του εγκεφάλου να ενσωματώσει νέες πληροφορίες, δήλωσε η Μπόουλς.
Το θέμα είναι ότι η μελέτη διενεργήθηκε υπό προβληματικές συνθήκες που θέτουν σε αμφισβήτηση τα αποτελέσματά της, καθώς φάλαινες και δελφίνια βρίσκονταν σε αιχμαλωσία.
Οι όρκες αποδεδειγμένα υποφέρουν όταν βρίσκονται αιχμάλωτες σε μικρές δεξαμενές και σύμφωνα με έρευνα της ΜΚΟ The Dodo ζουν τέσσερεις φορές λιγότερο από τα μέλη του είδους τους που ζουν ελεύθερα στο φυσικό τους περιβάλλον
Παρότι λοιπόν η έρευνα προσθέτει σημαντικά στοιχεία στο σώμα της γνώσης γύρω από τα θαυμαστά και μυστηριώδη πλάσματα το ερώτημα παραμένει και είναι αμείλικτο: έχουμε το δικαίωμα να διενεργούμε πειράματα σε αυτά τα ζώα υπό αυτές τις συνθήκες;
Η απάντησή μας είναι όχι.
Πηγή: http://www.econews.gr